ὀροσάγγαι

ὀροσάγγαι
Ὀροσάγγαι
the Benefactors of the King
masc nom/voc pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • Οροσάγγαι — Ὀροσάγγαι, οἱ (Α) (στους Πέρσες) 1. οι ευεργέτες τού βασιλιά 2. οι σωματοφύλακες τού βασιλιά. [ΕΤΥΜΟΛ. Πρόκειται για λ. περσικής προελεύσεως] …   Dictionary of Greek

  • Ὀροσάγγαι — the Benefactors of the King masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ορσάγγης — ὀρσάγγης (Α) (κατά τον Ησύχ.) (στους Πέρσες) ο οροσάγγης, ο σωματοφύλακας ή ευεργέτης τής βασιλικής οικογένειας. [ΕΤΥΜΟΛ. βλ. λ. Οροσάγγαι] …   Dictionary of Greek

  • Ὀροσάγγας — Ὀροσάγγᾱς , Ὀροσάγγαι the Benefactors of the King masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὀροσάγγας — ὀροσάγγᾱς , Ὀροσάγγαι the Benefactors of the King masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”